Όταν ήμουν παιδί, κρυβόμουν στη ζέστη του μεσημεριού κάτω από την αυτοσχέδια τέντα με ένα σεντόνι κι έπαιζα σιωπηρά το… «όλοι τους και μόνη μου». Το περίεργο είναι πως και τώρα που «μεγάλωσα», το ίδιο -γοητευτικά ανώφελο- παιχνίδι παίζω. Μπορεί να μην κερδίζεις ποτέ σε αυτό, αλλά σου δίνει μια τεράστια ικανοποίηση το γεγονός πως δε χάνεις κιόλας. Την αξιοπρέπειά σου, τη δυνατότητα να έχεις την ατομική σου θεώρηση πραγμάτων και την ικανοποίηση να μη σε θεωρούν… «αγκιστρωμένο ψάρι»!
Ενα δελφίνι, ανυπόταχτο και με παιχνιδιάρικη σκέψη, τσαλαβουτά ελεύθερο στα πελάγη, είτε τα νερά είναι πράσινα, είτε γαλάζια, είτε φαιοπορφυρά, βαμμένα από τον ήλιο που δύει. Δεν καταπίνει το δόλωμα κι αν πιαστεί κάποτε στα δίχτυα, τα σκίζει και φεύγει για νέες ακτές, ακολουθώντας τη δική του ρότα.
Ακριβοπουλιούνται στις πολιτικές αγορές τα «βουρκόψαρα». Αφρίζουν από το κακό τους, αγορεύοντας επί παντός επιστητού, τα… «αφρόψαρα». Ξεγελούν οι γελοίοι «γύλοι», θολώνει το μάτι των παχυλών «ροφών» από την τόση νωχέλεια, μελάνι ξαμολούν οι… «σουπιές» και δηλητήριο οι… «σκορπίνες». Κασσιτερωμένοι ανεγκέφαλοι «κέφαλοι» λαμπυρίζουν αγέρωχα στον ήλιο. Σκουριάζει το δέρμα, σαν τις ιδέες τους.
Μπερδέψαμε τα χρώματα με τα χρήματα. Τα δανεικά με τα ιδανικά. Τα πάθη με τα λάθη. Τη θέα με τη θεά. Τα πόδια μας με την ποδιά. Εκείνη τη λερή, που συνηθίσαμε ραγιάδικα να φιλάμε τόσα χρόνια.
Παρά τον ζόφο της κρίσης, τα νησιά του Αιγαίου έχουν ντυθεί στα τουριστικοκαλοκαιρινά τους. Ο τόπος αναδεύεται μαγικά, παρά το χιλιοτρύπητο λαγήνι του εθνικού χρέους και τις δόσεις του τροϊκανού πέους. Ο βίος έχει αποκτήσει λίγη από τη γλυκύτητα του ολοστρόγγυλου σαν πεπόνι ζουμερό, Αύγουστου.
Τα όνειρά μας ταξιδεύουν στο νερό, σαν καρίνες κουρσάρικων πλοίων. Οι πόλεις και τα χωριά, θροΐζουν σα κρινάκια της άμμου. Χάνεται με το μαγικό ραβδί του καλοκαιριού η οικιστική ασχήμια, τα παράνομα παραπήγματα αιγιαλού και παραλίας, οι αυτοσχέδιες προβλήτες από τσιμέντο και βαρέλια. Κρύβονται πίσω από τα διάφανα πέπλα του γαλάζιου ορίζοντα, οι ύβρεις και τα αμαρτήματα...
Ερημοκλήσια μυρωδάτα, με το φως να κυλάει από τα παράθυρα. Πευκοβελόνες στον ήσκιο του μεσημεριού. Τζιτζίκια τραγουδιστάδες στο πανηγύρι του Δεκαπενταύγουστου. Ο μέρμηγκας υποαπασχολούμενος και ασθμαίνων, με την αγωνία του χειμώνα.
Ανάταση αισθήσεων και παραισθήσεων. Αύρα λιγοστή, ικανή να αναριγήσουν οι επιδερμίδες. Σάρκες ξεροψημένες, με προσμονή να ηλιοζεσταθούν πιότερο. Ένας παφλασμός κι ένα παιχνίδισμα στο κύμα.
Πες το, με ένα δελφίνι…
*Η Μαργαρίτα Ικαρίου είναι δημοσιογράφος.
Ενα δελφίνι, ανυπόταχτο και με παιχνιδιάρικη σκέψη, τσαλαβουτά ελεύθερο στα πελάγη, είτε τα νερά είναι πράσινα, είτε γαλάζια, είτε φαιοπορφυρά, βαμμένα από τον ήλιο που δύει. Δεν καταπίνει το δόλωμα κι αν πιαστεί κάποτε στα δίχτυα, τα σκίζει και φεύγει για νέες ακτές, ακολουθώντας τη δική του ρότα.
Ακριβοπουλιούνται στις πολιτικές αγορές τα «βουρκόψαρα». Αφρίζουν από το κακό τους, αγορεύοντας επί παντός επιστητού, τα… «αφρόψαρα». Ξεγελούν οι γελοίοι «γύλοι», θολώνει το μάτι των παχυλών «ροφών» από την τόση νωχέλεια, μελάνι ξαμολούν οι… «σουπιές» και δηλητήριο οι… «σκορπίνες». Κασσιτερωμένοι ανεγκέφαλοι «κέφαλοι» λαμπυρίζουν αγέρωχα στον ήλιο. Σκουριάζει το δέρμα, σαν τις ιδέες τους.
Μπερδέψαμε τα χρώματα με τα χρήματα. Τα δανεικά με τα ιδανικά. Τα πάθη με τα λάθη. Τη θέα με τη θεά. Τα πόδια μας με την ποδιά. Εκείνη τη λερή, που συνηθίσαμε ραγιάδικα να φιλάμε τόσα χρόνια.
Παρά τον ζόφο της κρίσης, τα νησιά του Αιγαίου έχουν ντυθεί στα τουριστικοκαλοκαιρινά τους. Ο τόπος αναδεύεται μαγικά, παρά το χιλιοτρύπητο λαγήνι του εθνικού χρέους και τις δόσεις του τροϊκανού πέους. Ο βίος έχει αποκτήσει λίγη από τη γλυκύτητα του ολοστρόγγυλου σαν πεπόνι ζουμερό, Αύγουστου.
Τα όνειρά μας ταξιδεύουν στο νερό, σαν καρίνες κουρσάρικων πλοίων. Οι πόλεις και τα χωριά, θροΐζουν σα κρινάκια της άμμου. Χάνεται με το μαγικό ραβδί του καλοκαιριού η οικιστική ασχήμια, τα παράνομα παραπήγματα αιγιαλού και παραλίας, οι αυτοσχέδιες προβλήτες από τσιμέντο και βαρέλια. Κρύβονται πίσω από τα διάφανα πέπλα του γαλάζιου ορίζοντα, οι ύβρεις και τα αμαρτήματα...
Ερημοκλήσια μυρωδάτα, με το φως να κυλάει από τα παράθυρα. Πευκοβελόνες στον ήσκιο του μεσημεριού. Τζιτζίκια τραγουδιστάδες στο πανηγύρι του Δεκαπενταύγουστου. Ο μέρμηγκας υποαπασχολούμενος και ασθμαίνων, με την αγωνία του χειμώνα.
Ανάταση αισθήσεων και παραισθήσεων. Αύρα λιγοστή, ικανή να αναριγήσουν οι επιδερμίδες. Σάρκες ξεροψημένες, με προσμονή να ηλιοζεσταθούν πιότερο. Ένας παφλασμός κι ένα παιχνίδισμα στο κύμα.
Πες το, με ένα δελφίνι…
*Η Μαργαρίτα Ικαρίου είναι δημοσιογράφος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου