Συντάκτης: Μαργαρίτα Ικαρίου
Κώδικας σιωπής. Μιας συνένοχης σιωπής και αδιάφορης συμμετοχής σε όσα συμβαίνουν γύρω μας, στο μικρόκοσμο της καθημερινότητας και στη διπλανή μας πόρτα. Στις ζωές μας τις ίδιες, που καταλήξαμε να τις διαβιούμε απαθείς ή εθισμένοι στην παραισθησιογόνα απειλή των χειρότερων. Τρομοκρατημένοι και εξανδραποδισμένοι, «μοιραίοι και άβουλοι αντάμα…».
Αδιαφόρετα και αδιατάρακτα παρακολουθήσαμε εμβριθώς από τα δελτία ειδήσεων τους λερούς γονείς της Λέρου να στιγματίζουν με τερατώδεις, ειδεχθείς πράξεις τη σάρκα εκ της σαρκός τους. Δικάσαμε και καταδικάσαμε, καταβροχθίζοντας ως αδηφάγα τρωκτικά όλες τις λεπτομέρειες του διαμελισμού και της σκύλευσης των παιδικών ψυχών. Φτύνοντας τον κόρφο μας που στη δική μας «αγία» οικογένεια, «δε συμβαίνουν τέτοια πράματα». Νιώσαμε ήσυχοι και πήγαμε για τον εφησυχασμένο μας ύπνο του αδίκου. Λίγες μέρες μετά, έχουμε ήδη αρχίσει να ξεχνάμε…
Παιδιά που βουτούν στα Τάρταρα της κακοποίησης και κανείς δεν ακούει τον σπαραγμό τους. Δε βλέπει στα μάτια τους την κραυγή του σκιαγμένου ζώου, δε νοιάζεται για τον ουρανό τους, απροσδόκητα βαρύ και μαύρο από τεράστιες σταγόνες απέλπιδης προσπάθειας να διαφύγουν του τρόμου και του πόνου. Ολολυγμοί και καταγραφές ενός καθημερινού θανάτου, ενός μαρτυρίου χωρίς τέλος… Ο άκλαυτος πόνος στα μάτια των καθημαγμένων παιδιών, η πιο σκληρή ριπή στο μαστίγιο που καταχαρακώνει την αθλίως ανίσχυρη κοινωνία μας να προστατεύσει τα νέα της γεννήματα…
Homo homini lupus, λέγανε οι Λατίνοι. Ο άνθρωπος για τον άνθρωπο, λύκος. Αιμοσταγής και με τα δόντια γυμνά. Να καταβροχθίζει τους ανίσχυρους. Να τεμαχίζει τους αδύναμους. Να κατασπαράσσει τα ίδια του τα παιδιά. Και κανείς να μην ακούει τις κραυγές των πονεμένων… Να μη σκιάζεται και να μη κρύβεται στο καλοθρεμένο του «ωχ αδερφέ, εγώ θα σώσω τον κόσμο;»
Ούτε βέβαια επαρκεί το άλλοθι της αποδόμησης ενός κράτους προνοίας λόγω της οικονομικής πορνείας στην οποία η χώρα μας επιδίδεται, εκδιδόμενη εδώ και χρόνια από τους κάθε λογής «προστάτες». Θλιβερό κατάντημα για το οποίο όλοι ευθυνόμαστε, καθώς μετατρέψαμε την εγγενή νεοελληνική μας μιζέρια σε άκρατο και τραπεζοδανειοδοτούμενο υπερδανεισμό, ασθενούντες τελικά βαρέως από τη λέπρα της ευμάρειας. Εξαργυρώσαμε την επαναστατικότητα των φοιτητικών μας χρόνων με θεσούλες ή θεσάρες. Διακοσμήσαμε αδιακρίτως όλα τα πολιτικά συμπουρμπουλοκόμματα που κατέληξαν… αποκόμματα.
Κώδικας σιωπής. Μιας συνένοχης σιωπής και αδιάφορης συμμετοχής σε όσα συμβαίνουν γύρω μας, στο μικρόκοσμο της καθημερινότητας και στη διπλανή μας πόρτα. Στις ζωές μας τις ίδιες, που καταλήξαμε να τις διαβιούμε απαθείς ή εθισμένοι στην παραισθησιογόνα απειλή των χειρότερων. Τρομοκρατημένοι και εξανδραποδισμένοι, «μοιραίοι και άβουλοι αντάμα…».
Αδιαφόρετα και αδιατάρακτα παρακολουθήσαμε εμβριθώς από τα δελτία ειδήσεων τους λερούς γονείς της Λέρου να στιγματίζουν με τερατώδεις, ειδεχθείς πράξεις τη σάρκα εκ της σαρκός τους. Δικάσαμε και καταδικάσαμε, καταβροχθίζοντας ως αδηφάγα τρωκτικά όλες τις λεπτομέρειες του διαμελισμού και της σκύλευσης των παιδικών ψυχών. Φτύνοντας τον κόρφο μας που στη δική μας «αγία» οικογένεια, «δε συμβαίνουν τέτοια πράματα». Νιώσαμε ήσυχοι και πήγαμε για τον εφησυχασμένο μας ύπνο του αδίκου. Λίγες μέρες μετά, έχουμε ήδη αρχίσει να ξεχνάμε…
Παιδιά που βουτούν στα Τάρταρα της κακοποίησης και κανείς δεν ακούει τον σπαραγμό τους. Δε βλέπει στα μάτια τους την κραυγή του σκιαγμένου ζώου, δε νοιάζεται για τον ουρανό τους, απροσδόκητα βαρύ και μαύρο από τεράστιες σταγόνες απέλπιδης προσπάθειας να διαφύγουν του τρόμου και του πόνου. Ολολυγμοί και καταγραφές ενός καθημερινού θανάτου, ενός μαρτυρίου χωρίς τέλος… Ο άκλαυτος πόνος στα μάτια των καθημαγμένων παιδιών, η πιο σκληρή ριπή στο μαστίγιο που καταχαρακώνει την αθλίως ανίσχυρη κοινωνία μας να προστατεύσει τα νέα της γεννήματα…
Homo homini lupus, λέγανε οι Λατίνοι. Ο άνθρωπος για τον άνθρωπο, λύκος. Αιμοσταγής και με τα δόντια γυμνά. Να καταβροχθίζει τους ανίσχυρους. Να τεμαχίζει τους αδύναμους. Να κατασπαράσσει τα ίδια του τα παιδιά. Και κανείς να μην ακούει τις κραυγές των πονεμένων… Να μη σκιάζεται και να μη κρύβεται στο καλοθρεμένο του «ωχ αδερφέ, εγώ θα σώσω τον κόσμο;»
Ούτε βέβαια επαρκεί το άλλοθι της αποδόμησης ενός κράτους προνοίας λόγω της οικονομικής πορνείας στην οποία η χώρα μας επιδίδεται, εκδιδόμενη εδώ και χρόνια από τους κάθε λογής «προστάτες». Θλιβερό κατάντημα για το οποίο όλοι ευθυνόμαστε, καθώς μετατρέψαμε την εγγενή νεοελληνική μας μιζέρια σε άκρατο και τραπεζοδανειοδοτούμενο υπερδανεισμό, ασθενούντες τελικά βαρέως από τη λέπρα της ευμάρειας. Εξαργυρώσαμε την επαναστατικότητα των φοιτητικών μας χρόνων με θεσούλες ή θεσάρες. Διακοσμήσαμε αδιακρίτως όλα τα πολιτικά συμπουρμπουλοκόμματα που κατέληξαν… αποκόμματα.
Παραδώσαμε αμαχητί τα ιδανικά και τα ιδεώδη, τα κεκτημένα με αγώνα και αίμα πολύ. Ξεχάσαμε όχι μόνο να είμαστε ενεργοί αλλά ούτε καν πολίτες-μετατραπήκαμε πότε σε απελάτες και πότε πελάτες. Φτάνοντας στο σήμερα, όπου η καθόλου ιστορία ακολουθεί το δρόμο της επαιτείας και των ραβδιών που κραδαίνουν μάγοι ή αγύρτες…
Ασβοί. Χωθήκαμε στη σιωπηρά υπαρκτή ανυπαρξία μας, με το φόβο πως η άθλια μυρωδιά της κοινωνίας μας που ζέχνει, μπορεί να μας προδώσει. Στοιχισμένοι στην ομοιομορφία ενός ιδιότυπου πρωτόκολλου, πότε συναίνεσης και πότε συγκάλυψης. Σε μια πρωτοφανή, εγγενή και σκιαγμένη ομερτά, που κρατά την έκφραση σε επίπεδα ψιθυρισμών κατασκιαγμένων.
Ασβοί. Χωθήκαμε στη σιωπηρά υπαρκτή ανυπαρξία μας, με το φόβο πως η άθλια μυρωδιά της κοινωνίας μας που ζέχνει, μπορεί να μας προδώσει. Στοιχισμένοι στην ομοιομορφία ενός ιδιότυπου πρωτόκολλου, πότε συναίνεσης και πότε συγκάλυψης. Σε μια πρωτοφανή, εγγενή και σκιαγμένη ομερτά, που κρατά την έκφραση σε επίπεδα ψιθυρισμών κατασκιαγμένων.
Στη νυχτερινή αποκάρωση και στα ηχητικά εφέ των φωταγωγών στις δαιδαλώδεις κυψέλες που ονοματίζουμε «σπίτια». Στις σκιές των παραθυριών και πίσω από τα κλειστά κουρτινάκια από όπου παρακολουθούμε κρυφίως τους διπλανούς μας να ξυλοδέρνονται, να σφάζονται, να βιάζουν τα παιδιά τους, να καταληστεύουν τους ηλικιωμένους γονείς τους, να τσακίζουν όποιον αδύναμο βρουν στο διάβα τους, να μετατρέπουν τη βία σε μπετόν αρμέ καθημερινότητα…
Σσσσς… σιωπή. Η σιωπή των αμνών και των αστών. Λίγο πριν οδηγηθούν κι οι ίδιοι στο τσιγκέλι.
Σσσσς… σιωπή. Η σιωπή των αμνών και των αστών. Λίγο πριν οδηγηθούν κι οι ίδιοι στο τσιγκέλι.